- πραότητας
- πρᾱότητας , πραότηςmildnessfem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ακή — (I) ἀκὴ, η (Α) αιχμή. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ἀκὴ ανάγεται στη ΙΕ ρίζα *ακ που σήμαινε «οξύς, αιχμηρός, κοφτερός». Με την ίδια ρίζα συνδέονται πολλές λέξεις τής Ελληνικής, όπως ἄκρος, ἄκων, ἀκόντιον, ἀκμή, ἀκόνη κ.ά. Αντίθετα προς τη λ. ἀκή, που σώθηκε… … Dictionary of Greek
Κιθαιρών — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν βασιλιάς των Πλαταιών, από τον οποίο πήρε την ονομασία του το ομώνυμο γειτονικό βουνό. Βασίλευσε πριν από τον βασιλιά Ασωπό και φημιζόταν για τη σύνεση και τη σοφία του. Μάλιστα, αναφέρεται ότι συμβούλευσε τον ίδιο τον… … Dictionary of Greek